Βυζαντινά Μνημεία
Ο ναός της πολιούχου της Άρτας και ένας πυλώνας είναι τα μόνα σωσμένα τμήματα μονής που ιδρύθηκε το 13ο αιώνα από τη βασίλισσα του Δεσποτάτου Θεοδώρα προς τιμήν του Αγίου Γεωργίου και λειτούργησε ως γυναικείο μοναστήρι. Μετά το θάνατο του συζύγου της η Θεοδώρα εμόνασε στη μονή ,τάφηκε εκεί και ο ναός τιμάται στο όνομά της.
Ο ναός αυτός αποτελεί την πιο "ζωντανή" σύνδεση της σημερινής με τη βυζαντινή Άρτα, αφού εκτός από το κτίσμα έχουμε και την "παρουσία" της ίδιας της βασίλισσας του Δεσποτάτου, της πολιούχου Αγίας Θεοδώρας. Έτσι η σημασία του μνημείου αποκτά για τον Αρτινό και μια άλλη ξεχωριστή διάσταση, τη συναισθηματική, αυτή που δίνει μιλιά στα άψυχα και δημιουργώντας μια εσωτερική επικοινωνία, ένα είδος μυστικής σχέσης ανάμεσα σε δημιουργούς και δημιουργήματα, δένει τους ανθρώπους με τα σύμβολά τους.
Στο δρόμο προς το Γλυκόριζο, η μονή κτίστηκε το 13ο αιώνα (1250-1260) από το Δεσπότη της Ηπείρου Μιχαήλ Β΄ Δούκα. Σήμερα το μοναστήρι κρατιέται ζωντανό χάρη στη συνεχή φροντίδα των γυναικών μοναχών που μένουν εκεί.
Δεν υπάρχουν ίχνη του παλαιού μοναστηριού αλλά παραμένει άθικτος ο ναός. Χτίστηκε το 1281, επί Νικηφόρου Α΄, και ονομάζεται έτσι εξαιτίας της πληθώρας των πλίνθων που χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή του .
Μακριά απ' την κοσμικότητα της παλιάς πρωτεύουσας του Δεσποτάτου, και μέσα στη γαλήνη του Τζουμερκιώτικου ειδυλλιακού τοπίου κτίσθηκε ένα ακόμη εξαίσιο δείγμα βυζαντινής τέχνης, ο περίφημος ναός των Γενεθλίων της Θεοτόκου ή Κόκκινη Εκκλησιά, όπως επικράτησε να λέγεται.